Πάμε!

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Η ακροδεξιά κοινωνία

Μια κάποια αναστάτωση επικρατεί στο βασίλειο της «Νότιας Δανιμαρκίας». Η ακροδεξιά μπήκε στην κυβέρνηση, και οι μισοί κοιμούνται ενώ οι άλλοι μισοί ωρύονται. Δεν μπορείς να πεις ότι και τα δύο μέρη έχουν 100% άδικο, αλλά σίγουρα μπορείς να τους καταλογίσεις ένα ποσοστό αφέλειας.

Μπορεί το εθνικό άθλημα της «ταμπελοποίησης» να δίνει και να παίρνει στον δημόσιο διάλογο, αλλά όταν ερχόμαστε στο θέμα της ακροδεξιάς, δεν μπορούμε να πλαισιωνόμαστε μόνο από τα γνωστά σύμβολα και τους επίσημους πολιτικούς εκπροσώπους της. Η ακροδεξιά είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Είναι η γενικότερη συμπεριφορά μέσα στην οποία εναγκαλιάζονται ο φασισμός και ο ρατσισμός. Υπό αυτή τη συνθήκη, η ακροδεξιά όχι μόνο προϋπήρχε στην ευρύτερη εξουσία, αλλά καθημερινά ασκείται όλο και περισσότερο διάχυτα μέσα στην κοινωνία.

Ιστορικά, οι οικονομικές κρίσεις έδιναν πρόσφορο έδαφος στην άνοδο της ακροδεξιάς, επειδή στη συνείδηση της ευρύτερης κοινωνίας οι θεσμοί της Δημοκρατίας δεν ήταν αρκετοί για να αντιμετωπίσουν την ύφεση. Και φυσικά όταν καταρρέει το κοινό σύστημα αξιών και εμπιστοσύνης, οι άνθρωποι απομονώνονται, γίνονται καχύποπτοι, ευκολόπιστοι, ψάχνουν απεγνωσμένα μεσσίες, φωνάζουν πιο δυνατά και βασίζονται περισσότερο στα ένστικτά τους παρά στον πολιτισμό τους. Εκεί η λαϊκή δεξιά βάζει τις βάσεις, και η ακροδεξιά αλωνίζει ελεύθερα.

Η ακροδεξιά ανθίζει στην Ελλάδα όσο το επίπεδο δημοσίου διαλόγου χαμηλώνει αισθητά. Ανθίζει με κάθε μούντζα προς το κοινοβούλιο και κάθε απόπειρα σωματικού ή λεκτικού τραμπουκισμού. Ανθίζει όταν η δήθεν αριστερή διανόηση βαυκαλίζεται με βιντεάκια του υπερσυντηρητικού και ευρωσκεπτικιστή Nigel Farage. Ανθίζει με αθώα δήθεν ρεπορτάζ που συνδέουν τη λέξη «αλλοδαπός» με κάθε πτυχή εγκληματικότητας στην ελληνική κρίση. Ανθίζει με πράξεις υπερπατριωτισμού, αδιαλλαξίας, ψωροπερηφάνιας, σοβαροφάνειας και ισοπέδωσης. Ανθίζει με το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρε». Χαρακτηριστικά που βρίσκουμε καθημερινά γύρω μας, αλλά αποδεχόμαστε ως κανόνα.

Ανθίζει όμως και με την σταδιακή αποχώρηση από δημοκρατικά κεκτημένα και αξίες για χάρη ενός υπέρτατου πατριωτικού σκοπού. Με λύπη διαπιστώνω μία προσπάθεια που γίνεται από διάφορους, δήθεν εκσυγχρονιστικούς και φιλελεύθερους χώρους, να υποτιμήσουν την είσοδο του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση, επικαλούμενοι την ύψιστη ανάγκη τεχνοκρατικής διακυβέρνησης. Σύμφωνοι. Ένας τεχνοκράτης είναι πλέον πιο χρήσιμος από έναν πολιτικάντη της μεταπολίτευσης, αλλά όταν ο συγκεκριμένος τεχνοκράτης διέπεται από ρατσιστικές ή φασιστικές νοοτροπίες, υπάρχει πρόβλημα. Δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον κ. Βορίδη ως φασίστα, διότι κανείς δεν έχει αρκετά στοιχεία για να αναγνωρίσει την μεταστροφή στη ζωή του, εκτός από τον ίδιο. Μπορεί όμως κάποιος να τον κατηγορήσει για το γεγονός ότι δεν δηλώνει επίσημα μετάνοια για τις πράξεις και την ιδεολογία του στο παρελθόν, και αυτό όσο ακίνδυνο αν ακούγεται για κάποιους, όσο θέμα πολιτικής τακτικής και αν είναι, δεν παύει κατά κάποιον τρόπο να συνεχίζει να εμπνέει και να βάζει ιδέες σε διάφορους.

Αλλοίμονο αν επιστρέφαμε στις εποχές δήλωσης πολιτικού φρονήματος, αλλά σε ορισμένα θέματα, υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί και έχουν ανεβάσει ήδη τον πήχη της Δημοκρατίας σε ένα άλλο επίπεδο. Πώς μπορεί λοιπόν να συμμετέχει σε μία δημοκρατική διακυβέρνηση ένας ή περισσότεροι άνθρωποι που δεν αναγνωρίζουν αυτά τα δικαιώματα; Δεχτήκαμε ότι οικονομικά θα επιστρέψουμε μερικές δεκαετίες πίσω. Γιατί να κάνουμε το ίδιο και κοινωνικά; Επειδή στο όνομα της εθνικής ενότητας πρέπει να ακούμε από κυβερνητικά στελέχη, ότι πρώτη προτεραιότητα του Υπουργείου Παιδείας πρέπει να είναι η επιστροφή των Θρησκευτικών ως υποχρεωτικό μάθημα; Ότι το πρώτο πράγμα που θα κάνει η ΝΔ όταν γίνει κυβέρνηση θα είναι η κατάργηση του μεταναστευτικού νόμου (μία πανανθρώπινη κατάκτηση, και όχι μόνο ελληνική); Η μήπως τιμούν την Δημοκρατία η μπέσα του κ. Σαμαρά και οι ρακιές του κ. Ροντούλη που κατά ειρωνεία της τύχης του κατέληξε να συγκυβερνά με τα «γομάρια» που είχε επικαλεστεί μέσα στο Κοινοβούλιο;

Αυτά είναι τα ερωτήματα που θα έπρεπε να θέτουμε ως κοινωνία αυτό τον καιρό. Και αν τελικά αυτός ο γενικός και αόριστος λαός πρέπει να εκπροσωπεί την κοινωνία, τότε οι πλατείες θα έπρεπε να ασφυκτιούσαν από τον «λαό» που ζητά απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα και όχι από αυτόν που φωνάζει επειδή του πήγαν το εισόδημα από τα 1200 στα 800 ευρώ. Διαφορετικά ίσως θα πρέπει πλέον να αρχίσουμε να συνηθίζουμε και σε εξώφυλλα όπως το ακόλουθο, που δημοσιεύονται με τις ευλογίες της ακροδεξιάς, το κλείσιμο του ματιού της λαϊκής δεξιάς (ΝΔ) και την αδιαφορία του κόσμου.






Δεν υπάρχουν σχόλια: